κοινωνικό συμβόλαιο

κοινωνικό συμβόλαιο
Θεωρία που ερμηνεύει την κοινωνική συμβίωση και τις βάσεις της νομοθεσίας και βασίζεται στην αρχή ότι για την κατανόηση της συγκρότησης της κοινωνίας και των πολιτικών θεσμών είναι αναγκαία η ύπαρξη μιας συμφωνίας (τουλάχιστον σιωπηρής) μεταξύ των ατόμων (κοινωνικών μελών), σκοπός της οποίας είναι ο τερματισμός του φυσικού καθεστώτος και η δημιουργία με προϋποθέσεις (δίκαιο, πολιτική εξουσία) της κοινωνικής και ιστορικής ζωής, σύμφωνα με κανόνες από κοινού αποδεκτούς. Είναι γνωστή διεθνώς ως contractualismus (από το λατινικό contractus = συμβόλαιο). Οι πρώτες καταβολές της ανάγονται στην αρχαιότητα και συγκεκριμένα στην αρχαία Ελλάδα (Αριστοτέλης, σοφιστές) και στην Κίνα. Η θεωρία του κ.σ. επανεμφανίστηκε και κυριάρχησε στην πολιτική φιλοσοφία του 17ου και του 18ου αι., κυρίως μεταξύ των αντιπάλων της μοναρχίας. Βέβαια, ο Χομπς είχε χρησιμοποιήσει αυτή την αρχή για να νομιμοποιήσει την υποταγή στον εκάστοτε μονάρχη, ορίζοντάς την ως pactumsubjectionis (συμβόλαιο υποταγής), σύμφωνα με το οποίο τα άτομα αποποιούνται τη φυσική ελευθερία τους και υποτάσσονται στην εξουσία του κράτους. Στον αντίποδα, ο Λοκ υποστήριξε ότι το κ.σ. υπονοεί μια συμφωνία μεταξύ ισότιμων ατόμων, που δέχονται έναν περιορισμό της ελευθερίας τους μόνο στον βαθμό που επιβάλλεται από τις ανάγκες της κοινωνικής συμβίωσης και του σεβασμού της ελευθερίας των άλλων. Η ιδέα του κ.σ. βρήκε την πιο ολοκληρωμένη έκφρασή της στη διδασκαλία του Ζαν Ζακ Ρουσό. Στο ομώνυμο έργο του (1764) ο Ρουσό διατύπωσε την άποψη ότι το κ.σ. αποτελεί την έκφραση της γενικής θέλησης, δηλαδή της λαϊκής κυριαρχίας. Κατά συνέπεια, η πηγή της εξουσίας μεταφέρεται στον λαό, σε αντίθεση προς την ελέω θεού επικράτηση της απόλυτης μοναρχίας. Το έργο του Ρουσό επηρέασε βαθύτατα τη διακήρυξη της Γαλλικής επανάστασης του 1789, ενώ γενικότερα οι επαναστάσεις του 18ου αι., παρά τις ιδιαιτερότητες που παρουσίασαν, βασίστηκαν στην ιδέα του κ.σ.: της απόλυτης εξουσίας του λαού ως δύναμης του συνόλου και των αναπαλλοτρίωτων δικαιωμάτων του ατόμου. Οι ιδέες του κ.σ. ως συνταγματικές αρχές που νομιμοποιούν τις ελεύθερες κυβερνήσεις διακηρύχθηκαν επίσημα για πρώτη φορά στη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας των αμερικανικών αποικιών ενάντια στην αγγλική κυριαρχία (4 Ιουλίου 1776).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • συμβόλαιο — το / συμβόλαιον, ΝΑ νεοελλ. 1. (νομ.) α) έγγραφη συμφωνία μεταξύ δύο ή περισσότερων προσώπων πάνω σε μια έννομη σχέση β) δημόσιο έγγραφο, αποδεικτικό ή και συστατικό ορισμένης δικαιοπραξίας, το οποίο συντάσσεται από συμβολαιογράφο κατά την… …   Dictionary of Greek

  • Ρουσό, Ζαν-Ζακ — (Rousseau, Γενεύη 1712 – Eρμενονβίλ, Ουάζ 1778). Φιλόσοφος του γαλλικού διαφωτισμού. Έπειτα από ανήσυχη και περιπετειώδη νεανική ζωή, εγκαταστάθηκε στο Παρίσι όπου γνωρίστηκε με τους φιλοσόφους και ιδιαίτερα με τον Ντιντερό. Για την… …   Dictionary of Greek

  • διαφωτισμός — Ιδεολογικό και πολιτιστικό κίνημα του 18ου αι., που επεκτάθηκε σχεδόν σε όλους του κύκλους των πνευματικών ανθρώπων της Ευρώπης, αλλά είχε τα κέντρα ακτινοβολίας του και τους σημαντικότερους εκπροσώπους του αρχικά στην Αγγλία και αργότερα κυρίως… …   Dictionary of Greek

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

  • Λιβύη — I Αγία της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Μαρτύρησε με ξίφος. Η μνήμη της τιμάται στις 25 Ιουνίου. II Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν κόρη του Έπαφου, βασιλιά της Αιγύπτου. Έπειτα από δεσμό της με τον Ποσειδώνα απέκτησε τον Λέλεγα,… …   Dictionary of Greek

  • Σπενταλιέρι, Νικόλα — (Spedalieri). Ιταλός φιλόσοφος (Μπρόντε 1740 Ρώμη 1795). Σπούδασε και δίδαξε στο σεμινάριο του Μόντρεαλ. Τα έργα του αντικρούουν τις αντιλήψεις των εγκυκλοπαιδιστών, γενικά, και το αντιχριστιανικό πνεύμα των διαφωτιστών (Απόρριψη της κριτικής… …   Dictionary of Greek

  • φεουδαλισμός — Κοινωνικό και πολιτικό σύστημα, που άκμασε κυρίως κατά τον 9o 13o αι., ιδίως στα δυτικοευρωπαϊκά κράτη που προήλθαν από τη διάλυση της αυτοκρατορίας των Kαρολιδών (σημερινή Γαλλία, Γερμανία κλπ.). Το φαινόμενο έχει την αρχή του στην τελευταία… …   Dictionary of Greek

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”